Λήδα Καζαντζάκη, Ιστορικός Τέχνης


     Ο εικαστικός κόσμος του Βασίλη Πέρρου είναι ένας κόσμος που συγκροτείται από τις αντιφάσεις του. Αντιφάσεις που υπαινίσσεται και στους αμφίσημους τίτλους των έργων του, όπως για παράδειγμα η «Αναγνώριση ή κλίνη του Οδυσσέα».
   Συνδέει φιγούρες και σύμβολα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, αλλά και της παγκόσμιας ιστορίας της τέχνης, με την επικαιρότητα. Αντιπαραθέτει το ψευδαίσθητο του όγκου και του βάθους της αναπαραστατικής ζωγραφικής, με τη γυμνή αποτύπωση του πραγματικού στη φωτογραφία και με την απτή υφή του χρώματος στη ζωγραφική πράξη.
   Αναμετριέται με τη μνήμη των προσφύγων, την τωρινή και την περασμένη προβάλλοντας δίπλα στις συλλεγμένες φωτογραφίες τους το κατεξοχήν σύμβολό τους, τη ζωγραφισμένη βαλίτσα. Με τον ίδιο τρόπο παραθέτει, πλάι στις επικολλημένες φωτογραφίες των μεγάλων ζωγράφων της ιστορίας της τέχνης, τον κουβά με το πινέλο και το διαλυμένο χρώμα όπου καθρεφτίζεται η αυτοπροσωπογραφία του νεαρού καλλιτέχνη.
   Μετατρέπει ένα κρεβάτι, με το σημαδεμένο από τη καθημερινή του χρήση σεντόνι, σε ένα σύγχρονο και ταυτόχρονα πανάρχαιο βωμό, απεικονίζει μέσα στην ανοιγμένη βαλίτσα του αιώνιου πρόσφυγα συσσωρευμένα ονειρικά τοπία.
   Αφήνει, μέσα στην περισυλλεγμένη και φθαρμένη από το χρόνο κορνίζα, τ’ αποτυπώματα του γραπτού λόγου να συνδιαλεχθούν με τα αποτυπώματα της εικαστικής γραφής μιας ελιάς.
   Ο Βασίλης Πέρρος επιχειρεί, με τον τρόπο των γερμανών καλλιτεχνών της δεκαετίας του ‘70, να προβάλει, κατ’ αρχήν πάνω στον καμβά του, μέσα από μια σχεδόν θεατρική σκηνογραφία, την πολιτισμική και πολιτική συνείδηση του σύγχρονου καλλιτέχνη. Θέλοντας ταυτόχρονα να θέσει πάνω στη ζωγραφική του επιφάνεια εκ νέου το ζήτημα της εικαστικής δημιουργίας και της πρισματικής πρόσληψής της από τον θεατή. Να δείξει με το έργο του, όπως δηλώνει ο ίδιος, ότι  «όπως και να ‘χει, τελικά τα πράγματα γύρω μας είναι κάτι παραπάνω από απλά αντικείμενα».